Σύμφωνα με αναλύσεις βρετανών επιστημόνων, σχεδόν όλα τα γιαούρτια στα ράφια των βρετανικών σούπερ-μάρκετ, ακόμη και τα βιολογικά και όσα προορίζονται για παιδιά, βρέθηκαν να έχουν μεγαλύτερη ποσότητα ζάχαρης από τη συνιστώμενη. Η μόνη εξαίρεση είναι τα ελληνικά και τα ελληνικού τύπου γιαούρτια, που έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη.

Οι ερευνητές των πανεπιστημίων του Λιντς και του Σάρεϊ, με επικεφαλής τη διατροφολόγο δρα ΜπερναντέτΜουρ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό “BMJOpen”, ανέλυσαν 921 γιαούρτια διαθέσιμα σε μεγάλα βρετανικά σούπερ-μάρκετ. Με εξαίρεση τα ελληνικά – ελληνικού τύπου γιαούρτια, τα μέσα επίπεδα ζάχαρης βρέθηκαν να είναι πολύ πάνω από τα πέντε γραμμάρια ανά 100 γραμμάρια γιαουρτιού, που απαιτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση για να θεωρηθεί ένα προϊόν ότι δικαιούται την «πράσινη» σήμανση ως τρόφιμο χαμηλής περιεκτικότητας σε ζάχαρη.

Μόνο το 9% (ούτε ένα γιαούρτι στα δέκα) δεν ξεπερνούσε τα συνιστώμενα όρια ζάχαρης, ενώ για τα παιδικά γιαούρτια το αντίστοιχο ποσοστό ήταν μόνο 2%. Ακόμη και γιαούρτια με την ετικέτα “βιολογικά”, που συχνά θεωρούνται τα πιο υγιεινά, στην πραγματικότητα μπορεί να αποτελούν μια αφανή πηγή πρόσθετης ζάχαρης.

Τα ελληνικά – ελληνικού τύπου γιαούρτια, καθώς και τα λεγόμενα «φυσικά», βρέθηκαν να έχουν πολύ διαφορετικό θρεπτικό «προφίλ», περιέχοντας πολύ υψηλότερα επίπεδα πρωτεϊνών (κατά μέσο όρο 32,4% έναντι 11% έως 20% των άλλων γιαουρτιών), λιγότερους υδατάνθρακες (35% έναντι 49% έως 60% των άλλων) και τη λιγότερη ζάχαρη από όλα τα άλλα γιαούρτια (κατά μέσο όρο πέντε γραμμάρια ανά 100 γραμμάρια γιαουρτιού). Θυμίζουμε ότι το γιαούρτι, εκτός από αφθονία προβιοτικών («καλών» βακτηρίων), περιέχει πολλές πρωτεΐνες, ασβέστιο, ιώδιο και βιταμίνη Β.