Οι άνθρωποι της προϊστορίας είτε ζούσαν δίπλα στις λίμνες είτε στον κάμπο είτε δίπλα στη θάλασσα είτε στις πλαγιές των βουνών παρατηρούσαν αυτά που συνέβαιναν στην καθημερινή τους ζωή κοντά ή μακριά από αυτούς, στο ίδιο τους το σώμα ή στου διπλανού τους και προσπαθούσαν να τα εκλογικεύσουν και ύστερα να βρουν την αιτία τους. Όσα για εμάς είναι αυτονόητα για εκείνους τους απλούς γεωργοκτηνοτρόφους τους ψαράδες ή τους κυνηγούς ήταν αινιγματικά και μυστήρια. Το νερό και το χώμα που γίνονται λάσπη η φωτιά που πότε ζεσταίνει και πότε καταστρέφει, το αίμα που τρέχει από μία πληγή, η αστραπή που γίνεται βροχή, ο σπόρος που φυτρώνει και γίνεται φυτό, μετά δέντρο και ύστερα καρπός…
Όλα λοιπόν αυτά, οι παρατηρήσεις και οι εξηγήσεις, οι φόβοι και οι διαπιστώσεις, η χαρά για το νέο άνθρωπο που γεννήθηκε και η λύπη για αυτόν που κοιμήθηκε και δεν ξύπνησε ξανά, δεν γεννιόνταν έτσι ξαφνικά και ξαφνικά ξεχνιόταν. Όχι. Αποθηκεύονταν μέσα στο μυαλό τους και αποτελούσαν πολύτιμες ιδέες που τους βοηθούσαν να οργανώσουν τη ζωή τους και να λύσουν τα προβλήματα τους. Αποτελούσαν, με άλλα λόγια την «πρωτόγονη» Ιδεολογία του καιρού τους.
Ο άνθρωπος και το περιβάλλον
«Εν αρχήν ην ο λόγος» λένε οι αγίες γραφές, θα ήτανε πιο σωστό όμως να πούμε πως «Εν αρχήν ην ο χώρος» γιατί μέσα στο χώρο αποκτάει ο άνθρωπος τη δυνατότητα να σκεφτεί. Συνειδητοποιεί τη σχέση του με τη φύση και μαθαίνει να μετράει και λίγο ως πολύ καταλαβαίνει τι μπορεί να είναι ο χρόνος.
Το πρωί ξεκινάει για το χωράφι του με τον ήλιο και το βράδυ γυρίζει στο σπίτι του με το φεγγάρι. Είναι η αίσθηση της ζωικής διάρκειας που προϊστορικός άνθρωπος τη βίωνε ως απόσταση, ως έκταση, γιατί και η μία και η άλλη προσδιόριζαν την ποσότητα και την ποιότητα της εργασίας του καθημερινού μόχθου. Η απόσταση και η έκταση διαμόρφωναν στην ουσία το μέγεθος του χώρου όπου ζούσε και αυτό το μέγεθος τον έκανε στο τέλος να αισθάνεται νικητής ή ηττημένος. Νικητής όταν κατόρθωνε να δίνει μορφή στο χώρο που διάλεγε για να ζήσει. Να κτίζει μέσα σε αυτόν, να καλλιεργεί. Και ηττημένος όταν αυτός ο ίδιος χώρος γινόταν στο τέλος ο σκληρός αντίπαλος, που τον απειλούσε και τον αφάνιζε. Μα δεν ήταν μόνο η ποσότητα που αποκτούσε σημασία και νόημα μέσα στη σχέση του ανθρώπου με το χώρο, ήταν και η ποιότητα. Η «Ιδιότητα», με άλλα λόγια, του χώρου να δίνει. Να δίνει τροφή, ήχους και χρώματα υλικά και ιδέες. Η «Ιδιότητα» που δεν ήτανε δυνατόν να «μετρηθεί» αλλά μόνο να καταναλωθεί και μέσα από αυτήν την κατανάλωση να προκύψει η ζωή που αργά ή γρήγορα γινόταν θάνατος, ένας σιωπηλός χώρος απουσίας μέσα στην παρουσία των δέντρων και των θηρίων.
Και όλα αυτά τα στοιχεία που όλα μαζί συγκροτούν τις ποσότητες και ποιότητες της καθημερινής ζωής συγκροτούν και αυτό που σε θεωρητικό επίπεδο χαρακτηρίζουμε ως περιβάλλον. Και που ο άνθρωπος από την προϊστορική περίοδο είχε καταλάβει τη σημασία που είχε η δημιουργική σχέση του με αυτό μέσω της εργασίας.
Το νεολιθικό σπίτι…
Οι πιο πολλοί πιστεύουν πως οι προϊστορικοί άνθρωποι κατοικούσαν μέσα σε σπηλιές ή σε βραχοσκεπές, όπου το χειμώνα τους ταλαιπωρούσε το κρύο και το καλοκαίρι η ζέστη και κάθε στιγμή ήταν εκτεθειμένοι στα άγρια θηρία και στους πεινασμένους γείτονες. Λάθος. Οι παλαιολιθικοί κυνηγοί βέβαια δεν ζούσανε μέσα σε σπίτια, από τη νεολιθική εποχή όμως και εδώ, από την εποχή δηλαδή που οι άνθρωποι άρχισαν να παράγουν την τροφή τους καλλιεργώντας τη γη και εκτρέφοντας οικόσιτα ζώα, είναι αναγκασμένοι να ζουν κοντά στους χώρους αυτής της παραγωγής και να ζούνε μάλιστα μόνιμα. Όσο τουλάχιστον, η οργανωμένη τροφοπρομήθεια τους πρόσφερε τρόπους για να επιζήσουν σε εκείνη τη θέση. Για αυτό λοιπόν ήταν αναγκασμένοι να κατασκευάσουν από στέρεα υλικά, σπίτια, αποθήκες και άλλους βοηθητικούς χώρους. Στις ανασκαφές βρίσκονται τα ερείπια αυτών των κατασκευών και για αυτό ξέρουμε σήμερα πως ένα νεολιθικό σπίτι πότε είχε ένα χώρο μονάχα και πότε περισσότερους. Ξέρουμε ακόμα πως οι στέγες τους ήταν δίρριχτες, και αυτό το μαθαίνουμε από τα πήλινα μοντέλα σπιτιών που έχουν βρεθεί και πώς τα υλικά που χρησιμοποιούσαν οι νεολιθικοί οικοδομή ήταν οι πέτρες για τα θεμέλια, τα κλαδιά των δέντρων, τα καλάμια και η λάσπη για την τοιχοποιία.
Βέβαια όσο η παραγωγή γινόταν πολύπλοκη και το πλεόνασμα μεγάλωνε και πολλές φορές μεγάλωναν και οι οικογένειες, τόσο και η ανάγκη για να κατασκευαστεί ένα σπίτι που θα εξυπηρετούσε τις αντίστοιχες ανάγκες γινόταν πιο πιεστική.
Από αυτήν την ανάγκη βγήκε και το μέγαρο, μορφή ενός πολύχωρου σπιτιού που έφτασε μέχρι τις μέρες μας, ιδιαίτερα στο χώρο της εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής. Οι προϊστορικοί λοιπόν δεν ζούσαν μέσα στις σπηλιές, αλλά μέσα σε σπίτια καλοφτιαγμένα και γερά.
5.500 π.Χ. Η καθημερινότητα ενός τροφοσυλλέκτη
Η προϊστορική ζωή, εικάζουν οι αρχαιολόγοι, κυλάει συνήθως έξω από τα σπίτια. Από πολύ νωρίς ξεκινούν οι δραστηριότητες που αφορούν κυρίως την αναζήτηση τροφής. Οι ψαράδες ξανοίγονται με τις βάρκες στις λίμνες και τα ποτάμια, οι κτηνοτρόφοι αναζητούν βοσκοτόπια, οι γεωργοί σκορπίζονται στα γειτονικά χωράφια και οι κυνηγοί χάνονται στα δάση και σε πυκνή βλάστηση.
Οι υπόλοιποι μένουν στον οικισμό κατεργάζονται τα δέρματα φτιάχνουν δίχτυα από λινάρι πλάθουν σκεύη καθημερινής χρήσης, μαζεύουν καλάμια για να φτιάξουν μία νέα καλύβα ή να επιδιορθώσουν τις ζημιές ενόψει μιας νέας κακοκαιρίας.
Μέχρι να τελειώσει η νύχτα και να ξαναρχίσουν οι σκέψεις για τη λογική των πραγμάτων που βλέπουν να συμβαίνουν γύρω τους. Για το αυτονόητο που οι ίδιοι δεν μπορούν να εξηγήσουν και για τα καθημερινά ερωτήματα που δεν μπορούν να εκλογικεύσουν και να ερμηνεύσουν.
Ο οικισμός τους δεν είναι μόνο ένα άθροισμα σπιτιών, αλλά ένα εργαστήριο έρευνας και προβληματισμού και φυσικά ένας οργανωμένος χώρος όπου μία ομάδα ανθρώπων ανέπτυσσε τις κοινωνικές της σχέσεις και τις παραγωγικές της δραστηριότητες. Μία καθημερινότητα φαινομενικά ίδια αλλά στην ουσία εξελισσόμενη και ενδιαφέρουσα…
Η Αλιεία
Η αλιεία είναι μια πανάρχαια πρακτική που χρονολογείται τουλάχιστον από την Ανώτερη Παλαιολιθική Εποχή, πριν περίπου 40.000 χρόνια. Αρχαιολογικά ευρήματα κογχυλιών και υπολειμμάτων από ψαροκόκαλα, καθώς και σχετικές βραχογραφίες σε σπήλαια δείχνουν ότι τα αλιεύματα αποτελούσαν σημαντική σε ποσότητα πηγή τροφής, αλλά και είδος ανταλλαγής για τους ανθρώπους της περιόδου εκείνης. Ένας υδάτινος ορίζοντας, ποτάμι, θάλασσα, λίμνη ή και έλος, αποτελούσε πάντα πόλο έλξης για ζώα και ανθρώπους. Οι λίμνες για τους προϊστορικούς οικισμούς, αποτελούσαν μια κύρια παραγωγική πηγή η οποία σε συνάρτηση με τις ιδιαίτερες συνθήκες του φυσικού περιβάλλοντος οδηγούσε στην υιοθέτηση και άσκηση συγκεκριμένων παραγωγικών δραστηριοτήτων. Τα εργαλεία και οι πρακτικές αλιείας στις οποίες παραπέμπουν τα ευρήματα, δεν έχουν αλλάξει ριζικά από τη Νεολιθική εποχή ως σήμερα.
Οι αλλαγές αφορούν κυρίως τα υλικά κατασκευής, που είναι αποτέλεσμα της προηγμένης τεχνολογίας. Οι προϊστορικοί ψαράδες, ψάρευαν με πετονιές, με δίχτυα, με καμάκια και όταν υπήρχε πληθώρα ψαριών ακόμη και με τα χέρια. Η θάλασσα, τα ποτάμια και οι λίμνες έτρεφαν τους Έλληνες από προϊστορικά χρόνια, με τους ροφούς, τις σκορπίνες και τους σαργούς να είναι πρώτα στις προτιμήσεις τους, τα όστρακα να αποτελούν πρώτη ύλη για τη δημιουργία κοσμημάτων και η μεταποίηση να έχει προχωρήσει ακόμη και στη δημιουργία πάστας ψαριού. Τα ψάρια που πιάνονταν ήταν κυρίως παράκτια, μεσαίου μεγέθους όπως ροφοί, σκορπίνες, χριστόψαρα, συναγρίδες, λυθρίνια και σαργοί, ενώ στις λίμνες οι κάτοικοι των νεολιθικών οικισμών ψάρευαν γουλιανούς, κυπρίνους, τσιρόνια, χέλια και λιμναία όστρεα. Στην εποχή του Χαλκού, (Πρώιμη Εποχή του Xαλκού 3200-2000 π.X.) ο μεγαλύτερος όγκος των καταναλισκόμενων ψαριών σ’ ολόκληρο το Αιγαίο φαίνεται να ήταν τα μικρά παράκτια είδη.
Στο νότιο Αιγαίο, οι μαρίδες και οι γόπες ήταν τα πιο κοινά είδη, με τα σπαράκια, τους χάνους, τις καλογρίτσες, τα μικρά λυθρίνια και τους σκάρους ν’ ακολουθούν. Τα όστρακα και ειδικά οι πεταλίδες και τα καβούρια, φαίνεται να καταναλώνονταν συστηματικά και κατά τόπους σε μεγάλες ποσότητες…
Τα ζώα εμπλουτίζουν τη διατροφή
Το άφθονο οστεολογικό υλικό από τους νεολιθικούς οικισμούς, προσφέρει αδιάσειστα στοιχεία για το κυνήγι και την άσκηση της κτηνοτροφίας. Αν και το πρόβατο είχε εμφανιστεί πριν 1 εκατομμύριο χρόνια στην Ασία, η εξημέρωσή του και η συμβίωση με τον άνθρωπο ξεκίνησε το 9000 π.Χ., ενώ του χοίρου και του άγριου βοδιού το 7000 π.Χ. Έτσι οι κάτοικοι των οικισμών της νεολιθικής εποχής, εξέτρεφαν βοοειδή, αιγοπρόβατα και χοίρους. Εξέτρεφαν και κυνηγούσαν τα ζώα, όχι μόνο για το κρέας τους, αλλά και για την αξιοποίηση των οστών τους στην κατασκευή εργαλείων. Παράλληλα ξεκινάει και η εκμετάλλευση δευτερογενών προϊόντων, όπως αυτή του τυριού. Η Ιστορία του τυριού είναι τόσο μακρόχρονη όσο και αυτή του ανθρώπινου γένους και συνδέεται με την εξημέρωση κατοικίδιων ζώων. Οι ρίζες της τυροκομίας δεν είναι γνωστές με βεβαιότητα. Είναι πολύ πιθανό η παρασκευή του να έγινε εντελώς τυχαία κατά την μεταφορά του γάλακτος μέσα σε στομάχια νεαρών ζώων. Αναφορές για το τυρί γίνονται σε πολλά αρχαία και κλασικά κείμενα. Από τη μυθολογία ακόμα, λέγεται ότι οι Θεοί έστελναν τον Αρίσταιο, γιο του Απόλλωνα, για να διδάξει στους Έλληνες την τυροκομία, ενώ από την Οδύσσεια του Ομήρου μαθαίνουμε για τον Κύκλωπα Πολύφημο και την τυροκομική τέχνη του, όπου δίνει περιγραφές των τυριών που ωρίμαζαν μέσα στη σπηλιά του. Το γιαούρτι μνημονεύεται από τον ιστορικό Ηρόδοτο τον 5ο αιώνα π.Χ. καθώς και από τον περίφημο γιατρό του 1ου-2ου π.Χ. αιώνα Γαληνό. Γύρω στο 3000 π.Χ. – τέλος νεολιθικής εποχής- το κρασί, το μέλι, διάφορα λαχανικά, όπως τα κρεμμύδια και τα καρότα που θα προσθέσουν γεύση στα φαγητά, το καρπούζι και αργότερα το ρύζι και τα μανιτάρια, θα εμπλουτίσουν τη διατροφή των ανθρώπων της νεολιθικής εποχής…
Η Γεωργία…
Τα αρχαιοβοτονολογικά δεδομένα δίνουν μία αρκετά σαφή εικόνα των φυτών και των ειδών που καλλιεργούνται από τους κατοίκους που ζούσαν κοντά σε λίμνες και ποτάμια. Παράλληλα έχει εντοπιστεί και ένας πλήρης εργαλειακός εξοπλισμός που υποστηρίζει αυτήν την καλλιέργεια και αφορά την επεξεργασία των προϊόντων: Λίθινοι τριπτήρες και μυλόλιθοι, λεπίδες από πυριτόλιθο, μεγάλη ποικιλία αγγείων για το μαγείρεμα, τη μεταφορά, την κατανάλωση και την αποθήκευση της τροφής. Είναι πολύ πιθανό η τελική κατεργασία της τροφής ώστε να ετοιμαστεί για το μαγείρεμα να γινόταν μέσα στα σπίτια. Σαφή οργανωμένα αρχιτεκτονικά λείψανα εστιών και φούρνων εντοπίζονται κυρίως στις νεότερες φάσεις των οικισμών, ενώ στις αρχαιότερες που τα οικήματα ήταν υπερυψωμένα μεμονωμένα ή σε συστάδες σε ξύλινες πλατφόρμες ανασκαφικά έχουν εντοπιστεί επιμέρους πήλινα στοιχεία αυτών των κατασκευών, για αυτό μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε σχετικά με την τοποθέτησή τους στο χώρο.
Τα μέχρι τώρα στοιχεία παραπέμπουν σε κοινωνίες που συνδιαλέγονται με τη φύση προγραμματίζουν τη δράση τους, υπολογίζουν και οργανώνουν τα παραγωγικά και καταναλωτικά τους στάδια, αντιμετωπίζουν τις πιθανές αυξομειώσεις της παραγωγής και τέλος ρυθμίζουν ανάλογα τις εσωτερικές σχέσεις μεταξύ των μελών τους, ενώ μεταδίδουν και την πείρα στις επόμενες γενιές.
Κύρια γεωργικά προϊόντα στους οικισμούς που βρίσκονταν σε λίμνη ή ποταμό, ήταν το μονόκοκκο και το δίκοκκο σιτάρι. Το θερισμένο προϊόν αποθηκευόταν σε μεγάλα πιθάρια με τη μορφή σταχιδίων , γιατί έτσι προστατευόταν ο σπόρος από την προσβολή μυκήτων και εντόμων. Η απομάκρυνση των εξωτερικών λεπύρων και των ζιζανίων γινόταν τμηματικά σε όλη τη διάρκεια του χρόνου ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε σπιτιού γεγονός που το τεκμηριώνουν και τα πολλά μεσαίου μεγέθους αγγεία. Τα υποπροϊόντα από το θερισμένο προϊόν χρησιμοποιούνταν είτε ως ζωοτροφή είτε ως καύσιμη ύλη.
Στα υπόλοιπα δημητριακά συγκαταλέγονται το σιτάρι σπέλτα και το μαλακό, ίσως το σκληρό, το δίστιχο και το εξάστιχο κριθάρι γυμνό και ντυμένο. Τα όσπρια επίσης συμπεριλαμβάνονται ως ένα δυναμικό εδώδιμο στη δίαιτα των προϊστορικών κατοίκων, ενώ από τις παλυνολογικές μελέτες προέκυψε ότι ένας σημαντικός αριθμός ειδών που αποτελούσαν στοιχείο της ιθαγενούς βλάστησης υπάρχουν ενδείξεις ότι συμπεριλαμβάνονται στα κηπευτικά που υπήρχε η δυνατότητα να καλλιεργούνται συστηματικά όπως λάχανο κουνουπίδι βρούβες σέλινο μάραθο άνηθο. Υπάρχουν Επίσης σοβαρές ενδείξεις ότι το σπανάκι συμπεριλαμβάνεται στην αυτοφυή χλωρίδα. Σημαντικό μέρος στη διατροφή και όχι μόνο, θα έπαιζαν σίγουρα και οι διάφοροι μύκητες που υπάρχουν σε αυτές τις περιοχές.
Τα εργαλεία
Εργαλείο έγραψε ο ποιητής είναι η συνέχεια του χεριού. Εμείς θα προσθέταμε πως είναι και η συνέχεια του μυαλού. Γιατί αυτό που κάνει το εργαλείο είναι η επιθυμία του μυαλού που δεν μπορεί να πραγματοποιήσει το χέρι μόνο του. Μπορούμε λοιπόν να ισχυριστούμε πως παρακολουθώντας τα εργαλεία που κατασκεύασε ο άνθρωπος στην ιστορία του, παρακολουθούμε ταυτόχρονα και το δρόμο που πήρε το μυαλό του για να κάνει τις πιο απλές σκέψεις την αρχή όλο και πιο σύνθετες στη συνέχεια. Να οργανώσει με τον τρόπο αυτό τη ζωή του να στήσει πολιτισμούς, να επιζήσει.
Τα πρώτα εργαλεία ήταν μεγάλες πέτρες σπασμένες. Με αυτές όταν τα μεγάλα θηράματα και τα κομμάτιαζαν για να τα μοιράσουνε και να τα φάνε. Όταν όμως ο άνθρωπος έπαψε να ζει μόνο από το κυνήγι και άρχισε να παράγει μόνος του την τροφή του, έπρεπε να επινοήσει και άλλα εργαλεία για να αντιμετωπίσει τις ανάγκες της τροφοπαραγωγής. Να σκάβει, να κόβει ξύλα, να ανοίγει τρύπες, να θερίζει. Από τα εργαλεία μαθαίνουμε πως ο προϊστορικός άνθρωπος, ήταν ψαράς, κυνηγός, γεωργός, ξυλουργός, ράφτης, οικοδόμος. Μία άλλη πληροφορία εξίσου σημαντική, είναι αυτή που μας αποκαλύπτει τη δεξιότητα που είχε εκείνος ο μακρινός πρόγονος να κάνει τη μία ή την άλλη δουλειά με αυτά τα πρωτόγονα εργαλεία. Να δουλεύει το κόκκαλο και να φτιάχνει κοσμήματα, αγκίστρια, σπάτουλες και να γυαλίζει τα κεραμικά του και διάφορα υφαντικά εργαλεία. Να κόβει τα ξύλα που χρειάζονταν για τις οικοδομικές του δουλειές, να γδέρνει και να στιλβώνει επίσης.
Η νεολιθική κουζίνα – Τα βασικά είδη διατροφής
Το σύνολο του αρχαιοβοτανικού υλικού συνίσταται σε απανθρακωμένα φυτικά μέρη, σπόρους, καρπούς και άχυρα που για διαφορετικούς λόγους ήρθαν σε επαφή με τη φωτιά απανθρακώθηκαν και για το λόγο αυτό διατηρήθηκαν μέσα στα αρχαιολογικά στρώματα. Συνήθως περιλαμβάνει δημητριακά, όσπρια, φρούτα και καρπούς καθώς και άλλα αυτοφυή φυτά. Μονόκοκκο, δίκοκκο και μαλακό σιτάρι, Δίστιχο και εξάστιχο κριθάρι καθώς επίσης και σπόρους βρόμης. Τα είδη των οσπρίων που έχουν προσδιοριστεί είναι κυρίως η φακή, μπιζέλι, λαθούρι και ρόβι. Εκτός από δημητριακά και όσπρια έχουν βρεθεί και σπόροι λιναριού. Σποραδικές είναι και οι εμφανίσεις σπόρων από φρούτα και καρπούς, όπως σύκα, άγριο αχλάδι, βατόμουρο, κράνα, σαμπούκος, σχίνος – τσικουδιά, φουντούκι και σταφύλι. Κύρια γεωργικά προϊόντα κοντά στους πρωτόγονους οικισμούς, σύμφωνα με τα αρχαιοβοτανικά κατάλοιπα που έχουν μελετηθεί, ήταν το μονόκοκκο και το δίκοκκο σιτάρι. Το θερισμένο προϊόν αποθηκευόταν με τη μορφή σταχιδίων, τρόπος αποθήκευσης που προτιμάται ιδιαίτερα σε περιοχές με υγρασία διότι προστατεύει το σπόρο από την προσβολή των μυκήτων και των εντόμων. Στα υπόλοιπα δημητριακά συγκαταλέγονται το σιτάρι σπέλτα και το μαλακό και ίσως το σκληρό, το δίστιχο και το εξάστιχο κριθάρι…
Η κατανάλωση των λαχανικών
Ο άνθρωπος σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας του ήταν κυρίως φυτοφάγος. Με την εξέλιξη των εργαλείων αναπτύχθηκε ταυτόχρονα και το κυνήγι, αλλά δεν κατάφερε να εκτοπίσει τα φυτικά προϊόντα που παρέμειναν ως βασική διατροφική πηγή. Οι μακρινοί μας πρόγονοι κατανάλωναν τρεις φορές περισσότερα φρούτα και λαχανικά. Η κρεατοφαγία άρχισε να επικρατεί της χορτοφαγίας στις αναπτυγμένες δυτικές χώρες, στη διάρκεια του 20ού αιώνα. Για τους προγόνους μας, η φύση ήταν η τροφός τους και για τον λόγο αυτό την θεωρούσαν ιερή. Κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα στο φυσικό περιβάλλον αποτελούσε αντικείμενο ενδιαφέροντος των θεών και είχε την αποδοκιμασία τους ή την επιδοκιμασία τους ανάλογα με την αρνητική ή θετική επίδραση στη φύση. Οι θεοί ανακηρύχθηκαν προστάτες του φυσικού περιβάλλοντος, της γης, των δασών, των ποταμών, της θάλασσας, των ζώων, των δένδρων. Οι στενές σχέσεις που είχαν οι αρχαίοι και η θρησκεία τους με τον κόσμο των φυτών αποτυπώνεται στη λέξη Χλωρίδα, που ήταν το όνομα της θεάς της βλάστησης. Για την συντήρηση και την ανάπτυξη της βλάστησης, που απαιτεί πολύπλοκες φυσικές διεργασίες, όπως η ρύθμιση της βροχής, της υγρασίας, του ηλιακού φωτός, του ανέμου, αλλά και της εναλλαγής των εποχών, η θεά Χλωρίδα, είχε τη βοήθεια πολλών θεϊκών πλασμάτων, όπως των Ωρών, του Ζέφυρου, των Ωκεανίδων, του Απόλλωνα, της Άρτεμης, της Δήμητρας, της Περσεφόνης κλπ. Σύμφωνα με τη μυθολογία πολλά φυτά υπάρχουν γιατί ήταν επιθυμία των θεών και των ηρώων και ήταν στενά συνδεδεμένα με τον μυθολογικό κόσμο των αρχαίων. Η κατανάλωση των λαχανικών και η μαγεία της μαγειρικής, αποκαλύφθηκαν με τη χρήση της φωτιάς που μέχρι τότε, τη γνώριζαν μόνο από τους κεραυνούς και τις φωτιές του … Δία.
Φυτοφάγος και όχι σαρκοβόρος
ο προϊστορικός άνθρωπος
Οι πρόγονοι μας, στην παλαιολιθική εποχή, 2,5 εκατομμύρια χρόνια έως 12.000 χρόνια πριν, πιστεύεται ότι βάσιζαν τη διατροφή τους σε λαχανικά, φρούτα, καρπούς, ρίζες και κρέας. Δημητριακά, πατάτες, ψωμί και γάλα δεν υπήρχαν καθόλου. Με την ανάπτυξη της γεωργίας, περίπου 10.000 χρόνια πριν, η διατροφή μας εξελίχτηκε για να περιλάβει τις τροφές που θεωρούμε σήμερα βασικά προϊόντα. Η παλαιολιθική διατροφή χαρακτηριζόταν από τεράστια ποικιλία λαχανικών. Ο προϊστορικός άνθρωπος δεν ήταν σαρκοβόρος, αλλά παμφάγο όν που αγαπούσε και τα λαχανικά. Μάζευε σπόρους, χρησιμοποιούσε φυτά και βότανα για γεύση και συντηρούσε το ψάρι και το κρέας, ενώ μάζευε άγρια φρούτα. Τις υπόλοιπες απαραίτητες πρωτεΐνες τις έπαιρνε από τα ψάρια και τα όσπρια…
Η κεραμική
Η κεραμική είναι το πολυπληθέστερο και το πιο χαρακτηριστικό ανασκαφικό εύρημα της προϊστορίας απόρροια της ίδιας της φύσης του υλικού. Η κεραμική ύλη, νερό, πηλός και διάφορες επιπλέον προσμίξεις οργανικές ή και ανόργανες σε συνδυασμό με τη φωτιά, δημιουργεί αντικείμενα ανθεκτικά στο χρόνο που παρουσιάζουν ιδιαίτερες φυσικοχημικές ιδιότητες και για αυτό μπορούν να καλύψουν πλήθος καθημερινών αναγκών.
Η επινόηση αυτή του προϊστορικού ανθρώπου υπήρξε σημαντική επειδή ο σταδιακός έλεγχος των συνθηκών του ψησίματος των αγγείων, όπως προκύπτει από κάποιες ιδιαίτερες κεραμικές κατηγορίες, έδωσε ώθηση στην πυροτεχνολογία και κατ’ επέκταση στην επεξεργασία των μετάλλων αργότερα, που είναι και το μόνο υλικό που στο επίπεδο της τροφοπαρασκευής την αντικατέστησε με επιτυχία.
Δεν ήταν βέβαια όλα τα σκεύη που χρησιμοποιούσαν οι προϊστορικοί κάτοικοι κατασκευασμένα από πηλό, ξύλινα αγγεία και δοχεία καθώς και διάφορα καλάθια θα συμπλήρωναν την οικοσκευή τους. Και όλα αυτά τα αγγεία με τα ποικίλα σχήματα και τις χωρητικότητες κάλυπταν ανάγκες και χρήσεις που μπορούμε με βεβαιότητα να υποθέσουμε, αν και μας λείπουν στοιχεία άλλων δραστηριοτήτων που θα μας βοηθούσαν να ολοκληρώσουμε την εικόνα της καθημερινής κοινωνικής τους ζωής. Μιας ζωής, που στις βασικές της λεπτομέρειες (διατροφή, στέγαση, πόνος, θάνατος, έρωτας) δε θα διέφερε αισθητά, από τη σύγχρονη.
Η αποθήκευση των εδώδιμων προϊόντων, η μεταφορά τους, ιδιαίτερα των υγρών, η κατανάλωση και το σερβίρισμα του φαγητού, η παρασκευή του, που όπως προκύπτει από τα δεδομένα θα έπρεπε να ξεπερνούσε το επίπεδο της απλής ικανοποίησης μιας βιολογικής ανάγκης, είναι χρήσεις πού εντοπίζονται στο σχηματολόγιο των αγγείων. Σε αρκετές περιπτώσεις η σύλληψη της φόρμας ορισμένων σκευών που χρησιμοποιούμε ακόμα και σήμερα πραγματοποιήθηκε την εποχή αυτή…
Οι περισσότερες φωτογραφίες προέρχονται από το Νεολιθικό Λιμναίο Οικισμό Δισπηλιού, στην Καστοριά.