Η ιστορία του ποπ κορν ξεκινά από τους αυτόχθονες της αμερικανικής ηπείρου που καλλιεργούσαν το καλαμπόκι πολύ πριν τους ανακαλύψει ο Χριστόφορος Κολόμβος. Πρωτοεμφανίστηκε στο Μεξικό, πριν 5.000 χρόνια. Εκεί η θερμοκρασία το καλοκαίρι αγγίζει τους 60 βαθμούς κελσίου. Έτσι όταν οι κάτοικοι άφησαν τα καλαμπόκια τους στον ήλιο, είδαν να ψήνονται και να αλλάζουν μορφή. Το γεγονός αυτό τους παραξένεψε και όπως ήταν φυσικό το θεοποιήσαν και το έκαναν τροφή για θρησκευτικές γιορτές. Οι γηγενείς Ινδιάνοι όμως το αξιοποίησαν και ρίχνοντας λίγη ζάχαρη πάνω του το μετέτρεψαν σε αγαπημένη λιχουδιά των παιδιών και αργότερα σε μανία για τους μεγάλους.
Η σημερινή τους μορφή, ποπ κορν με αλάτι, καθιερώθηκε στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν η ζάχαρη ήταν δυσεύρετη και πολύ ακριβή. Αντικατέστησαν τη ζάχαρη με αλάτι οι πωλητές, και είδαν ότι οι καταναλωτές έμεναν ευχαριστημένοι.
Το μυστικό βρίσκεται στον «πυρήνα» του. Για να φτάσεις στο γευστικό «λευκοχρυσαφί» του κομμάτι, πρέπει να ζεστάνεις το σπόρο, διαδικασία κατά την οποία η υγρασία που κρατάει μέσα του μετατρέπεται σε ατμό. Όταν το εξωτερικό κέλυφος αγγίξει το σημείο πίεσης, σκάει, απελευθερώνοντας τη μαλακή του εσωτερική νιφάδα, γνωστή ως «ποπ-κορν».
Το 1893 ο Charles Cretors κατασκεύασε την πρώτη μηχανή ποπ-κορν πάνω σε ένα καροτσάκι. Ο Cretors πήγε το καροτσάκι του στο World’s Columbian Exposition – τη μεγάλη έκθεση που πραγματοποιήθηκε στο Σικάγο το 1893 για να γιορτάσει τα 400 χρόνια από τον ερχομό του Κολόμβου στον «Νέο Κόσμο» το 1492 – με σκοπό να παρουσιάσει στο κοινό την πρωτότυπη ευρεσιτεχνία του. Στο ίδιο καροτσάκι καβούρντιζε φιστίκια και καφέ, αλλά η μυρωδιά του βουτυρωμένου ζεστού καλαμποκιού και ο χαρακτηριστικός θόρυβος, ξετρέλανε τους περαστικούς. Το ποπ- κορν κάνει καλό στην υγεία αρκεί να μην περιέχει μεγάλη ποσότητα αλατιού.