Η γέννηση των θεών
Ησίοδος
Ο Ησίοδος υπήρξε ο δεύτερος σε σπουδαιότητα αρχαίος ποιητής μετά τον Όμηρο. Γεννήθηκε στην Άσκρη της Βοιωτίας. Υπολογίζεται ότι έζησε γύρω στο 700 ή 800 π.Χ. Επισκεπτόμενος συχνά το όρος Ελικώνα όπου οι μύθοι έλεγαν ότι κατοικούσαν οι Μούσες, έλεγε ο ίδιος ότι εκείνες του έδωσαν το χάρισμα της ποίησης. Με τον Ησίοδο η Ελλάδα βγαίνει από το σκοτάδι του μύθου αφοί ο ίδιος αντλεί τα θέματα του όχι μόνο από τη φαντασία αλλά και από την ζωή φέρνοντας έτσι την ποίηση πιο κοντά στον άνθρωπο. Στο έπος που φέρει τον τίτλο Θεογονία ο Ησίοδος εξιστορεί την γένεση των θεών και τα γεγονότα που οδήγησαν στην οριστική επικράτηση του Δία. Το ποίημα έχει τη δομή γενεαλογικού καταλόγου, στον οποίο εντάσσονται περισσότερες από τριακόσιες θεότητες και προσωποποιημένες κοσμικές δυνάμεις, ενώ ενδιαμέσως παρεμβάλλονται αρκετές μυθικές διηγήσεις ποικίλης έκτασης. Στην αρχή της γενεαλογίας βρίσκεται η γέννηση του Χάους, Ακολουθούν η Γη, ο Τάρταρος και ο Έρως. Την πρώτη περίοδο της διακυβέρνησης από τον Ουρανό διαδέχεται η δεύτερη της κυριαρχίας του Κρόνου, ο οποίος τρώει τα παιδιά του, για να ακολουθήσει στο τέλος ο Δίας, ο οποίος ανατρέπει τον Κρόνο, αφού καταφέρνει προηγουμένως να τον ξεγελάσει και να σωθεί…
Δίας
Στην προσπάθειά τους να εξηγήσουν οι Έλληνες την τάξη και την αρμονία στον κόσμο φαντάστηκαν τους δικούς τους θεούς. Οι θεοί τους οποίους ο Ησίοδος αποκαλεί Ολύμπιους, επειδή ως αρχική κατοικία είχαν επιλέξει τον Όλυμπο, ήταν αρχικά έξι. Η Εστία, η Δήμητρα, η Ήρα, ο Άρης, ο Ποσειδών και ο Ζευς, ο οποίος ήταν και ο βασιλιάς των Ολύμπιων θεών, πατέρας θεών και ανθρώπων. Σύμφωνα με τον Ησίοδο κατοικούσε μαζί με τους υπόλοιπους θεούς στην υψηλότερη κορυφή του Ολύμπου. Ήταν γιος του Κρόνου και της Ρέας.
Ο Ησίοδος εξιστόρησε στη Θεογονία τη γέννηση και τα παιδικά του χρόνια. Ο πιο επικίνδυνος εχθρός που έπρεπε να αντιμετωπίσει ο Δίας ήταν ο ίδιος ο πατέρας του, ο Κρόνος. Ο Κρόνος δεν ήθελε κάποια στιγμή να επιτρέψει σε κάποιον από τους γιους του να χρησιμοποιήσει εναντίον του τα ίδια όπλα που εκείνος μεταχειρίστηκε ενάντια στον πατέρα του Ουρανό. Για το λόγο αυτό καταβρόχθιζε τα παιδιά του αμέσως μετά τη γέννησή τους.
Ρέα
Η γυναίκα του Ρέα, απελπισμένη από την τακτική του άνδρα της και βλέποντας τα παιδιά της να χάνονται, μόλις γέννησε το έκτο της παιδί, αποφάσισε να το γλιτώσει. Πήρε ένα λιθάρι, το φάσκιωσε να μοιάζει με μωρό και το έδωσε στον Κρόνο.
Εκείνος κατά την προσφιλή του συνήθεια το κατάπιε στη στιγμή. Έτσι σώθηκε ο Ζευς, ο μελλοντικός πατέρας των θεών.
Στη συνέχεια μετέφεραν τον Δία στην Κρήτη, σε ένα απρόσιτο σπήλαιο του Αιγαίου όρους ή κατά άλλους σε σπήλαιο στην Ίδη ή στη Δίκτη, όπου οι Κουρήτες, χθόνιοι δαίμονες, γιοι της Χαλκίδος, ανέλαβαν τη φύλαξή του.
Το επόμενο πρόβλημα ήταν τα δυνατά κλάματα του Δία. Για να σκεπάσουν λοιπόν τα διαπεραστικά του κλαψουρίσματα, επιδίδονταν νυχθημερόν σε φρενήρεις χορούς γύρω από την κούνια του, χτυπώντας με τα δόρατα τις ασπίδες τους.
Δίας και Αμάλθεια
Το θεϊκό παιδί είχε τις αδιάκοπες φροντίδες των Νυμφών, της Αμάλθειας που ήταν αίγα και τον έτρεφε με το γάλα της, αλλά και των μελισσών που μάζευαν αδιάκοπα γύρη από τα κρητικά βουνά για να του προσφέρουν το θρεπτικό τους μέλι. Τρεφόμενος αποκλειστικά ο Δίας με γάλα και μέλι απέκτησε υγεία και ρώμη. Μόλις μεγάλωσε λίγο ο Δίας, η μητέρα του, του αποκάλυψε την τερατώδη συνήθεια του πατέρα του. Τότε ο Δίας στράφηκε εναντίον του Κρόνου.
Για να φτάσει στο στόχο του, ο Δίας έπρεπε πρώτα να συγκρουστεί με τους Τιτάνες και τα τέρατα. Σημειολογικά οι Τιτάνες συμβολίζουν τις ανακατατάξεις του γήινου φλοιού κατά τις γεωλογικές περιόδους. Μια συνεχής μάχη με πλημμύρες, ηφαίστεια, σεισμούς, κυκλώνες. Ακόμη οι διηγήσεις αυτές προορίζονταν για να εξηγήσουν τις αντιπαλότητες φυλών, λαών και ομάδων. Η τελική νίκη του Δία ολοκληρώνεται μόνο όταν εξολοθρεύεται και το τελευταίο τέρας, που ήταν ο Τυφωεύς. Για τον Ησίοδο η τελευταία αυτή αναμέτρηση αποκαλύπτει και περιγράφει την πάλη του ουρανού ενάντια στην άβυσσο και της φωτιάς ενάντια στο νερό. Αφού με αυτή τη νίκη το χάος έπαψε να υπάρχει, τα άγρια τέρατα εξαφανίστηκαν, ο Δίας μπορούσε πλέον να ειρηνεύσει τον κόσμο και να τον προσαρμόσει στα μέτρα του ανθρώπου. Η συνέχεια του κόσμου ανήκει πλέον στον άνθρωπο…
Ο Δίας, η Ευρώπη και η Κρήτη
Η Ευρώπη ήταν μυθική ερωμένη του Δία και μητέρα του βασιλιά της Κρήτης Μίνωα.
Ήταν κόρη του βασιλιά της Φοινίκης Αγήνορα. Το παλάτι τους ήταν στην Τύρο. Κάποια μέρα, καθώς η όμορφη Ευρώπη έπαιζε με τις ακόλουθες τις πλάι στη θάλασσα, εμφανίστηκε μπροστά της ο Δίας, ο βασιλιάς των θεών, με τη μορφή υπέροχου άσπρου ταύρου.
Η κοπέλα βρήκε το ζώο τόσο ήμερο, που δε δίστασε να ανέβει στη ράχη του. Μόλις ανέβηκε όμως, ο ταύρος όρμισε στα κύματα και διασχίζοντας τη θάλασσα, μετέφερε την αιχμάλωτή του στην Κρήτη. Εκεί της φανερώθηκε και την πήγε σε μια σπηλιά όπου η Ευρώπη παραδόθηκε στον έρωτά του. Από την ένωσή τους γεννήθηκαν τρεις γιοί. Ο Μίνωας, ο Σαρπήδόνας και ο Ραδάμανθης. Αφού πέρασε αρκετό καιρό μαζί της, ο Δίας την άφησε τελικά χαρίζοντας της τρία δώρα. Ένα φτερωτό γίγαντα να την προστατεύει, τον Τάζω, μια φαρέτρα με βίλη που πετύχαιναν πάντα το στόχο τους και ένα κυνηγόσκυλο που δεν του ξέφευγε κανένα θήραμα.
Η Ευρώπη αργότερα παντρεύτηκε το βασιλιά της Κρήτης Αστέριο, ο οποίος, επειδή ήταν άτεκνος, υιοθέτησε τους γιούς της. Ένας από αυτούς, ο Μίνωας, έμελλε να τον διαδεχτεί και να γίνει φημισμένος βασιλιάς.
Η Ευρώπη ήταν σημαντική μυθική μορφή στην Κρήτη κατά τη διάρκεια του μεγάλου μινωικού πολιτισμού που άκμασε στο νησί μέχρι το 15ο αιώνα π.χ. Οι Μινωίτες αγαπούσαν τους αγώνες και τις τελετουργίες με ταύρους, που συνδέονται άρρηκτα με το θρύλο της Ευρώπης…
Μίνωας
Μυθικός βασιλιάς τη Κρήτης, που έζησε τρεις γενιές πριν από τον Τρωικό πόλεμο. Ήταν γιος του Δία και της Ευρώπης, αδελφός του Ραδάμανθυ και του Σαρπηδόνα.
Όταν έκλεψε ο Δίας την Ευρώπη και την έφερε στην Κρήτη, κάτω από το ιερό πλατάνι της Γόρτυνας, συνευρέθηκε μαζί της για τρεις μέρες συνεχώς. Από αυτήν την ένωση γεννήθηκαν ο Μίνωας και τα άλλα δύο αδέλφια του Ραδάμανθυς και Σαρπηδών. Ο Δίας ωστόσο, όπως ήταν αναμενόμενο δεν έμεινε με την Ευρώπη και τους γιούς τους. Ωστόσο η Ευρώπη και τα τρία αγόρια βρήκαν άσυλο στη αυλή του βασιλιά της Κρήτης Αστέριου, ο οποίος τελικά παντρεύτηκε την Ευρώπη και ουσιαστικά υιοθέτησε το Μίνωα και τα αδέρφια του. Ο Μίνωας είχε γυναίκα του την Πασιφάη, από την οποία απόκτησε πολλά παιδιά, τον Ανδρόγεω, το Δευκαλίωνα, το Γλαύκο και τον Κατρέα και τρεις κόρες, την Ακάλλη ή Ακαλλίδα, την Αριάδνη, τη Φαίδρα και τη Ξενοδίκη. Μετά το θάνατο του Αστέριου ο Μίνωας διεκδίκησε το θρόνο του. Προκειμένου να κάμψει τις αντιστάσεις των Κρητών, ισχυρίστηκε ότι οι θεοί του είχαν ήδη παραχωρήσει τη θέση αυτή. Για να αποδείξει μάλιστα του λόγου το αληθές είπε ακόμη, ότι οι θεοί θα του έστελναν ότι τους ζητούσε. Έτσι έκανε θυσία στον Ποσειδώνα και του ζήτησε να βγει από τη θάλασσα ένας λευκός ταύρος. Δεσμεύτηκε μάλιστα ότι θα θυσίαζε τον ταύρο. Συνεπαρμένος όμως από την ομορφιά του ζώου απέφυγε να τηρήσει την υπόσχεσή του. Θυσίασε μάλιστα έναν άλλο ταύρο στη θέση του για να ξεγελάσει τον θεό της θάλασσας. Ο Ποσειδώνας για να τον τιμωρήσει έκανε την Πασιφάη να ερωτευτεί τον ταύρο, και καρπός του έρωτά τους υπήρξε ο Μινώταυρος. Ο Μίνωας παρουσιάζεται σε αρκετούς μύθους σαν διεφθαρμένος άντρας και καθόλου πιστός σύζυγος. Είχε όμως τη φήμη μεγάλου σοφού και ήταν γνωστός για τη δικαιοσύνη του. Ο μύθος λέει ότι έφτιαξε νόμους που βοήθησαν στον εκπολιτισμό της Κρήτης. Λέει ακόμα ότι τους νόμους, τους παραλάμβανε από τον ίδιο το Δία, κάθε εννιά χρόνια, πάνω στο βουνό της Κρήτης Ίδη. Στον Άδη ο Μίνωας έγινε κριτής των νεκρών, μαζί με τον αδελφό του Ραδάμανθυ και τον Αιακό.
Θησέας και Μινώταυρος
Η μάχη του Θησέα ενάντια στο Μινώταυρο και ο σύντομος έρωτάς του με την Αριάδνη, την κόρη του βασιλιά Μίνωα, είναι από τους πιο γνωστούς μύθους. Αποτελεί την ύψιστη δοκιμασία της ζωής του, αφού η σύγκρουση με το Μινώταυρο απαιτούσε πονηριά και τόλμη. Ο Μινώταυρος είχε κεφάλι ταύρου και κορμί ανθρώπου. Ήταν καρπός του έρωτα της Πασιφάης, συζύγου του βασιλιά Μίνωα και ενός ταύρου που της είχε πάρει τα μυαλά. Πρόκειται για τον ταύρο που ο Μίνωας είχε υποσχεθεί να θυσιάσει στον Ποσειδώνα, αλλά τον κράτησε στο κοπάδι του επειδή τον έβρισκε ξεχωριστό.
Την ίδια όμως γνώμη είχε και η Πασιφάη που επειδή τον έβρισκε όμορφο, έσμιξε μαζί του και έτσι έφερε στον κόσμο τον Μινώταυρο. Στη θέα όμως του Μινώταυρου ο Μίνωας, προσπαθώντας να καλύψει το γεγονός, ζήτησε από τον αρχιτέκτονά του Δαίδαλο να κατασκευάσει έναν υπόγειο λαβύρινθο για να φυλακίσει το τέρας. Από τότε ο Μινώταυρος ζούσε στους σκοτεινούς διαδρόμους και τις στοές του λαβύρινθου. Η δολοφονία όμως του Ανδρόγεω, ενός από τους γιους του Μίνωα, εξόργισε τον βασιλιά και προκειμένου να ξεπλύνουν οι Αθηναίοι το έγκλημά τους, τους υποχρέωσε κάθε χρόνο να στέλνουν επτά νεαρά αγόρια και επτά κορίτσια γεύμα στο τέρας. Την τρίτη φορά οι αθηναϊκές οικογένειες αντέδρασαν και ο Θησέας προσφέρθηκε να πάει εθελοντής στην Κρήτη για να συναντηθεί ο ίδιος με τον Μινώταυρο.
Πριν ο Θησέας κατέβει στις σκοτεινές στοές του λαβύρινθου, είχε τραβήξει την προσοχή της Αριάδνης, θυγατέρας του Μίνωα. Εκείνη ζήτησε από τον Θησέα να της ορκιστεί ότι αν έβγαινε νικητής από τη δοκιμασία θα την παντρευόταν. Αφού πήρε την υπόσχεση του Θησέα, του έδωσε ένα κουβάρι νήμα του οποίου την μια άκρη κρατούσε η ίδια. Σε άλλη εκδοχή του μύθου, φαίνεται να του έδωσε και ένα φωσφορίζον στεφάνι για να βλέπει στις σκοτεινές στοές. Ο Θησέας βρήκε εύκολα το τέρας και το σκότωσε με γροθιές ανεβαίνοντας ξανά στο φως σώος και αβλαβής. Άλλη μια εύκολη υπόθεση είχε τελειώσει για το Θησέα ο οποίος όμως έπρεπε και να παντρευτεί την Αριάδνη, όπως και έγινε.
Ταξίδεψαν με πλοίο με προορισμό την Ελλάδα, αλλά στον πρώτο σταθμό στη Νάξο και μετά από εντολή των θεών, εγκατέλειψε τη νεαρή του σύζυγο στο νησί. Το πρωί, όταν ξύπνησε η Αριάδνη είδε τα πανιά του Θησέα να χάνονται στον ορίζοντα. Πάνω στην ώρα έφτασε στο νησί ο θεός Διόνυσος, ο οποίος θαμπώθηκε από την ομορφιά της και την παντρεύτηκε. Της δώρισε και ένα διαμαντένιο στεφάνι το οποίο πήρε μαζί της στον Όλυμπο όταν την ανέβασε ο θεός. Το στεφάνι λέγεται ότι υπάρχει ακόμα. Είναι ο Βόρειος Στέφανος του οποίου το πετράδι λάμπει στον ουρανό όλο το χρόνο. Πρόκειται για τον Βόρειο Στέφανο, αστερισμό του βορείου ημισφαιρίου που αποτελείται από σειρά μικρότερων αστέρων που σχηματίζουν ημικύκλιο. Έτσι η Αριάδνη ξέχασε γρήγορα τον Θησέα, όχι όμως και ο Θησέας την Αριάδνη, ο οποίος ράκος από την απώλεια της συζύγου του αρμένιζε προς την Αττική, ξεχνώντας να αλλάξει τα πανιά του πλοίου.
Φεύγοντας για την Κρήτη, θεωρούσαν ότι θα βρει βέβαιο θάνατο και σε ένδειξη πένθους είχε σηκώσει μαύρα πανιά, δίνοντας όμως την υπόσχεση ότι σε περίπτωση νίκης θα γύριζε έχοντας σηκώσει λευκά πανιά. Σαν να μην έφτανε η απώλεια της συζύγου του, έχασε και τον πατέρα του, τον Αιγαία, ο οποίος μόλις αντίκρισε τα μαύρα πανιά ,πίστεψε ότι ο γιος του ήταν νεκρός, έπεσε στη θάλασσα και πνίγηκε. Η θάλασσα αυτή ονομάστηκε Αιγαίο και ο Θησέας αποζημιώθηκε αφού ανέλαβε το θρόνο του πατέρα του και βασίλεψε για χρόνια στην Αττική…
Αριάδνη
Ήταν κόρη του βασιλιά Μίνωα της Κρήτης και της Πασιφάης. Το όνομά της συνδέεται ιδιαίτερα με τον μύθο του Θησέα, με τον Μινώταυρο, και με το θεό Διόνυσο. Την Αριάδνη τιμούσαν ιδιαίτερα σε κάποιους τόπους, και ιδιαίτερα στα νησιά Κρήτη, Νάξο, Δήλο, στην Κύπρο, αλλά και στην Αττική και Πελοπόννησο, πράγμα που υποδεικνύει ότι λατρευόταν ως θεότητα του Αιγαίου και γενικότερα της Ανατολικής Μεσογείου.
Σύμφωνα με την παράδοση, ο ήρωας Θησέας ύστερα από το φόνο του Μινώταυρου, επιστέφοντας από την Κρήτη στην Αθήνα μαζί με την Αριάδνη που την είχε πάρει μαζί του για να την παντρευτεί, στον πρώτο σταθμό του ταξιδιού του στη Νάξο, την εγκατέλειψε στο νησί, είτε γιατί έτσι το όρισαν οι Μοίρες, είτε γιατί το ζήτησαν οι θεοί. Η λύπη της Αριάδνης που ξυπνώντας είδε μακριά το καράβι του προδότη εραστή δεν κράτησε πολύ, γιατί κατέφθασε ο Διόνυσος με τη συνοδεία του σε άρμα που έσερναν πάνθηρες.
Σύμφωνα με τον ποιητή Ησίοδο η Αριάδνη ήταν η αθάνατη και αγέραστη γυναίκα του Διονύσου που την ανέβασε στον Όλυμπο. Σύμφωνα με τον Αθήναιο μετά την εγκατάλειψή της από τον Θησέα, τη διεκδίκησε ο Διόνυσος από τον θαλάσσιο θεό Γλαύκο, μάλιστα τον έδεσε χειροπόδαρα με κλήματα αμπελιού. Στην Κνωσό ο Δαίδαλος είχε φτιάξει μαρμάρινο χοιροστάσιο όπου η Αριάδνη με τις φίλες της χόρευαν στις μεγάλες γιορτές του χρόνου κύκλιο χορό επινοημένο από τον Δαίδαλο για την Αριάδνη.
Δαίδαλος
Η ιστορία του Δαίδαλου δεν συνδέεται μόνο με τον Λαβύρινθο. Ο Δαίδαλος υπήρξε διάνοια, προικισμένος με πολλά χαρίσματα. Αρχιτέκτονας, μηχανικός, γλύπτης με πολλές ανακαλύψεις που είχαν αποσπάσει το σεβασμό αλλά και το φθόνο των συμπολιτών του, των Αθηναίων. Για το λόγο αυτό αυτοεξορίστηκε και κατέφυγε στον βασιλιά Μίνωα. Έφτασε στην Κρήτη την ώρα που η Πασιφάη έφερνε στον κόσμο τον Μινώταυρο. Ο Μίνωας τον επιφόρτισε να κατασκευάσει τον Λαβύρινθο για να κρύψει το τέρας. Όταν έφτασε ο Θησέας για να τον εξοντώσει , τον ερωτεύτηκε η Αριάδνη και για να τον βοηθήσει χρησιμοποίησε το κουβάρι με το νήμα. Η ιδέα όμως αυτή ήταν του Δαίδαλου και όταν το έμαθε ο Μίνωας έριξε τον Δαίδαλο μαζί με το γιό του Ίκαρο στα υπόγεια του Μινώταυρου, βάζοντας και φρουρούς στην έξοδο για να μην δραπετεύσουν. Ο εφευρετικός όμως Δαίδαλος έφτιαξε φτερά, τα κόλλησε με κερί στους ώμους του και στου γιου του και πέταξαν. Πριν πετάξουν έδωσε τις απαραίτητες για την πτήση συμβουλές στον Ίκαρο. Να μην πετάς χαμηλά του είπε, γιατί τα φτερά δεν θα σε κρατήσουν. Να μην πετάς όμως και πολύ ψηλά γιατί η ζέστη του ήλιου θα λιώσει το κερί. Ο Ίκαρος όμως, απελευθερωμένος από την φυλακή του Λαβύρινθου και την γήινη ύλη, θέλησε να προσεγγίσει τα μεγαλεία της θεότητας πετώντας όσο πιο κοντά στον ήλιο μπορούσε. Ανεβαίνοντας πάνω από το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας, ο ήλιος έλιωσε το κερί και ο Ίκαρος καταποντίστηκε στο πέλαγος, κοντά στη Σάμο, στο νησί της Ικαρίας που μαζί με το πέλαγος πήραν το όνομά του….