Ο Νικόλαος Τσελεμεντές που έκανε το επώνυμό του συνώνυμο του καλού φαγητού καταγόταν από το χωριό Εξάμπελα της Σίφνου. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, όπου τέλειωσε το Γυμνάσιο. Αρχικά δούλεψε σαν υπάλληλος συμβολαιογραφείου, άρχισε όμως να ασχολείται περισσότερο με τη μαγειρική εργαζόμενος στο εστιατόριο του θείου του. Ο θείος του ήταν ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου και εστιατορίου Ακταίον στο Νέο Φάληρο. Σπούδασε για ένα χρόνο μαγειρική στη Βιέννη και γυρνώντας εργάστηκε για διάφορες πρεσβείες.
Έγινε αρχικά γνωστός με το περιοδικό Οδηγός Μαγειρικής που άρχισε να εκδίδει το 1910, που περιείχε -εκτός των συνταγών- διατροφικές συμβουλές, διεθνή κουζίνα, νέα για τη μαγειρική κ.α. Το 1919 έγινε διευθυντής του ξενοδοχείου Ερμής, ενώ τον επόμενο χρόνο έφυγε για την Αμερική, όπου δούλεψε σε μερικά απο τα ακριβότερα εστιατόρια του κόσμου, κάνοντας παράλληλα και ανώτερες σπουδές μαγειρικής, ζαχαροπλαστικής και διαιτολογίας.
Γύρισε στην Ελλάδα το 1932, ίδρυσε μια μικρή σχολή μαγειρικής και ζαχαροπλαστικής και κυκλοφόρησε το γνωστό βιβλίο του με συνταγές, που όντας ο πρώτος ολοκληρωμένος οδηγός μαγειρικής, γνώρισε πάνω από δεκαπέντε επίσημες ανατυπώσεις τις επόμενες δεκαετίες. Επηρεασμένος απο τη γαλλική κουζίνα, υπήρξε εκσυγχρονιστής της ελληνικής κουζίνας. Επιμελής και φιλομαθής ανήγαγε τη μαγειρική σε επιστημονικά ύψη λαμβάνοντας υπόψη του τη διεθνή βιβλιογραφία και τις τάσεις του κοσμοπολιτισμού. Κατόρθωσε έτσι να κάνει το επώνυμό του συνώνυμο με την καλή μαγειρική.
Το 1933 ίδρυσε και την πρώτη Σχολή Μαγειρικής για νοικοκυρές. Ήθελε να
απαλλάξει τη γυναίκα από τη σκλαβιά της κουζίνας και να απλοποιήσει τον τρόπο του
μαγειρέματος. Αφού δεν υπήρχε ακόμη η τηλεόραση χρησιμοποίησε τις εφημερίδες για να
απαντά στο ερώτημα «Τι θα φάμε σήμερα;». Γνωρίζοντας καλά την ψυχολογία των
γυναικών και την καθημερινή τους έννοια για το φαγητό, κατέλαβε από το 1934 τις στήλες
των εφημερίδων και τους πρότεινε θαυμάσεις συνταγές. Ταυτοχρόνως απαντούσε στις
επιστολές με τις απορίες που εξέφραζαν οι γυναίκες Κατά τη διάρκεια της Κατοχής
πρόσφερε μέσω του Τύπου συνταγές προσαρμοσμένες, όπως σούπα ριζάλευρο με ντομάτα
ή σπανακοπίλαφο, φτιαγμένο με πλιγούρι αντί για ρύζι. Πέθανε στις 2 Μαρτίου του 1958
και κηδεύτηκε την επόμενη ημέρα στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.